ΒΛΑΧΟΙ ΚΑΙ ΡΟΥΜΑΝΙΚΗ ΠΡΟΠΑΓΑΝΔΑ
Οἱ Βλάχοι γιὰ πρώτη φορα ἐμφανίζονται στὰ ἱστορικὰ ἀρχεῖα τὸν 11ο αἰῶνα καὶ σύμφωνα μὲ τὸν T. J. Winnifrith, ἤδη ἀναγνωρίζοντο ὡς Ἕλληνες κατὰ τὴν ἐποχὴ ἐκείνη [1], ἐν ᾧ ἡ πρώτη σαφὴς ἀναφορὰ τους ὡς ἔνας αὐτόχθων ἑλληνικὸς λαὸς προέρχεται ἀπὸ τὸν 13ο αἰῶνα ἀπὸ τὸν Γεώργιο Παχυμέρη [2]. Ἀκόμη καὶ οἱ Ἀρμάνοι ποὺ μετανάστευσαν στὴν Βοσνία καὶ Σερβία τὸν 17ον καὶ 18ον αἰῶνα καταγράφονταν ὡς Ἕλληνες ἢ Γραικόβλαχοι [3]. Εἶναι καταφανὲς ὅτι οἱ Ἕλληνες ποτέ δὲν ἐξαναγκάσανε τοὺς Ἀρμάνους νὰ ἀποδεχθοῦν Ἑλληνικὴ ταυτότητα οὔτε τοὺς κατεπίεσαν, ὅπως ἰσχυρίζονται οἱ σημερινοὶ μειονοτητόπληκτοι.
Ἡ ἀμφισβήτηση τῆς ἑλληνικῆς ταυτότητος τῶν Βλάχων εἶναι ἕνα ἔργο τῆς ρουμανικῆς προπαγάνδας. Μετὰ τὸ 1860, ῥουμάνοι "ταξιδευτές" ἄρχισαν νὰ διαδίδουν τὴν προπαγάνδα τους στὴν Ἤπειρο καὶ Μακεδονία μὲ τὸν πλέον διάσημον ὄντας τὸν Bolintineanu [4]. Τὸ ῥουμανικὸ κράτος πλήρωσε καὶ ἐκπαίδευσε διδασκάλους γιὰ τὴν Μακεδονία καὶ διώρισε τὸν Ἀπόστολο Μαργαρίτη ὡς ἐπόπτην τῶν ῥουμανικῶν προπαγανδιστικῶν σχολείων στὴν Μακεδονία [4]. Σύγχρονοι περιηγηταὶ ὅπως ὁ Ἀμαντόρι Βιργιλί ἀνέφεραν ὅτι ἡ ρουμανικὴ προπαγάνδα ἦτο βασισμένη στὴν δωροδοκία· μισθούς γιὰ διδασκάλους ποὺ δὲν εἶχαν σχολεῖα καὶ ἐπιδόματα σὲ ἐκείνους ποὺ ἔστελναν τὰ παιδιά τους στὰ ρουμανικὰ γυμνάσια [5]. Αὐτὸ ἐπιβεβαιώθηκε καὶ ἀπὸ τὸν H. Brailsford (γνωστὸς γιὰ τὸν ἀνθελληνισμό του): «Οἱ Ῥουμάνοι δὲν εἶναι τόσο ἐθισμένοι στὸ αἷμα ὅσο οἱ Ἕλληνες καὶ οἱ Βούλγαροι, καὶ πάντα διεκπεραίωναν τὴν προπαγάνδα τους μὲ τὴν καθαρὴ καὶ εὐεργετικὴ μέθοδο τῆς δωροδοκίας» [6]. Ἐν τέλει, ἡ ρουμανικὴ κρατικὴ προπαγάνδα, μὲ τὴ βοήθεια τῶν Μεγάλων Δυνάμεων (κυρίως τῆς Ἀυστρο-Οὐγγαρίας) κατόρθωσε νὰ πείσει τὶς Ὀθωμανικὲς ἀρχὲς νὰ ἀναγνωρίσουν μία χωριστὴ βλάχικη ἐθνο-θρησκευτικὴ ὀντότητα, γνωστή ὡς «Οὐλλάχ Μιλλέτ» καὶ νὰ ἀπομακρύνουν τοὺς Βλάχους ἀπὸ τὸ «Ρουμ Μιλλέτ» («Ρωμαϊκὸν/Ἑλληνικὸν ἔθνος») [4]. Αὐτὴ ἡ ἐξέλιξη, φυσικὰ, ἐξώργισε τοὺς Ἕλληνες Βλάχους ποὺ παρά τὶς δωροδοκίες τοῦ ρουμανικοῦ κράτους, παρέμειναν πιστοὶ στὸν Ἑλληνισμὸ καὶ διαμαρτυρήθηκαν τὸ 1907 ἐναντίον τῆς ἀναγνώρισής των ὡς χωριστὸ ἔθνος [7]. Ἡ προσκόλληση τοὺς στὴν ἑλληνικὴ ταυτότητα καὶ ἡ ἀπόρριψη τῆς ρουμανικῆς προπαγάνδας ἐπισημάνθηκε ἐπίσης ἀπὸ τὸν καλοπληρωμένο φιλορουμανὸ Γερμανὸ γλωσσολόγον Gustav Weigand, ὁ ὁποῖος ἀνέφερε ὅτι οἱ περισσότεροι Ἀρμάνοι ἦσαν ἐχθρικοὶ πρὸς τὸ ρουμανικὸ κίνημα [8]. Ἰδού τί δήλωσε ἕνας Ἀρμάνος, ὁ Ἀπόστολος Χατζηγώγας, ποὺ ἐσφαλμένα κατηγορήθηκε ὡς φιλορουμάνος:
«Δὲν εἶμαι Ῥουμάνος οὔτε ἔχω ρουμανικὰ συμφέροντα, ὅπως πολλοὶ φανατικοὶ Ἕλληνες ὑποστηρίζουν· οὔτε ἀπομακρύνθηκα ἀπὸ τοὺς Ἕλληνες σὲ τίποτα... Διὰ τί ὅλοι τώρα μᾶς ὀνομάζουν Βλάχους καὶ Κουτσόβλαχους, φύγετε ἀπὸ ἐδῶ, δὲν σᾶς θέλουμε στὴν ἐκκλησία μας, δὲν στέλνουμε ἱερεῖς στὸ σπίτι σας, καὶ πολλὰ ἄλλα ἐναντίον μας. Δὲν εἴμαστε σήμερα οἱ Βλάχοι ἐκεῖνοι οἱ Ἕλληνες ποὺ ὑπέφεραν τόσα δεινά γιὰ αὐτὴν τὴν πτωχὴ χώρα καὶ θρησκεία;» [9].
Παρά τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ ρουμανικὴ προπαγάνδα βασικὰ ἀπέτυχε, τὸ ρουμανικὸ κράτος προχώρησε στὴν παρουσίαση τῶν Ἀρμάνων ὡς «Μακεδόνες ἀδελφοὺς» τῶν Ῥουμάνων, συχνὰ τοὺς ὀνομάζοντας «Μακεδορουμάνους»/«Μακεδόνες Ῥουμάνους» [10]. Φυσικά, τὸ ρουμανικὸ κράτος δὲν ἐνδιαφερόταν ποτέ πραγματικὰ γιὰ τοὺς Ἀρμάνους σὲ συναισθηματικὸ ἐπίπεδο· μόνος στόχος ἦτο ἡ ἐκμετάλλευση τους γιὰ ἰμπεριαλιστικοὺς σκοποὺς. Ὅταν τὸ 1918 ἡ Ῥουμανία προσάρτησε τὴν νότιο Δοβρουτσὰ, οἱ Ῥουμάνοι ἀποτελοῦσαν μόλις τὸ 2,3% τοῦ πληθυσμοῦ τῆς περιοχῆς [11], καὶ ἡ ρουμανικὴ κυβέρνηση ἔπρεπε νὰ σταθεροποιήσει τὴν περιοχή. Οἱ Ῥουμάνοι ὑποσχέθηκαν 50.000 δραχμὲς καὶ 100 στρέμματα γῆς σὲ Ἀρμάνους ποὺ θὰ ἦταν πρόθυμοι νὰ μετοικήσουν στὴν Δοβρουτσά [12]. Ἔτσι, φτωχὲς ἀγροτικὲς οἰκογένειες ἀποφάσισαν νὰ ἀφήσουν τὰ χωράφια τους. Σὲ μερικὲς ἑλληνικὲς περιοχὲς ὅπως τὴν Βέροια, οἱ ῥουμανικὰ προπαγανδιστὲς ἐκμεταλλεύθηκαν τὸν ὁικονομικὸ ἀνταγωνισμὸ Ἑλλήνων καὶ Βλάχων, καὶ τὸ 30-35% τῶν Βλάχων τῆς Βεροίας ἔφυγαν [13]. Ὅλες αὐτὲς οἱ ὑποσχέσεις ἀπεδείχθησαν ψευδείς, καθὼς οἱ Ἀρμάνοι δὲν ἔλαβαν τὶς 50.000 δραχμὲς, μόνου χωράφια ποὺ συχνὰ δὲν εἶχαν νερό. Οἱ συνθήκες στὶς νέες ἐκτάσεις ἦσαν ἀπάνθρωπες γιὰ τοὺς νέους ἄποικους, ποὺ ὑπέφεραν ἀπὸ θανατηφόρες ἀσθένειες [14]. Πολλοὶ ἐξ αὐτῶν προσπάθησαν νὰ ἐπιστρέψουν στὴν Ἑλλάδα, ἀλλὰ εἶχαν χάσει τὴν ὑπηκοότητά τους καὶ τὰ κτήματά τους εἶχαν ἀλλάξει χέρια [15]. Αὕτη ἦτο ἡ μεταχείριση τῶν Ἀρμάνων ἀπὸ τὸ ρουμανικὸ κράτος, ποὺ τοὺς παρουσίαζε ὡς ἀδικημένη μειονότητα ἀπὸ τοὺς Ἕλληνες ποὺ ὑποσχέθηκε νὰ σώσει. Τέτοιοι ἄνθρωποι ὑποκριτικὰ δίνουν μαθήματα στοὺς Ἕλληνες περὶ τοῦ πῶς πρέπει νὰ σέβονται τὶς «μειονότητές» τους.
____________________
Πηγές/Παραπομπές:
[1] T. J. Winnifrith, The Vlachs, p. 108
[2] De Michaele et Andronico palaeologis libri tredecim, Vol. 1, p.83
[3] Milenko Filipović, Цинцари у Босни, p.74
[4] Ethnologia Balkanica, 2002, p. 148
[5] Giovanni Amadori Virgili, La Questiona Rumeliota, 1908, vol.1, p.110
[6] H. N. Brailsford, Macedonia: Its Races and their Future
[7] Τὰ γεγονότα κατεγράφησαν ἀπὸ τὴν ἐν Κωνσταντινουπόλῃ ἐκδοθεισα ἐφημερίδα " Ἐκκλησιαστικὴ Ἀλήθεια" (1907)
[8] Ethnologia Balkanica, 2002, p. 149
[9] Helen Abadzi, The Vlachs of Greece and their Misunderstood History, 2004, p.16
[10] Ethnologia Balkanica, 2002, p. 149
[12] Mircea Suciu, Uitat si Ignorat Cadrilaterul. Dosarele Istoriei, VII, 1 (65), p. 45
[13] Helen Abadzi, The Vlachs of Greece and their Misunderstood History, 2004, p. 19
[14] Maria Bedivan, Pe Urmele unui Colonist Aromân. Editura Semne. Bucharest. 2003, p. 41-443
[15] Helen Abadzi, The Vlachs of Greece and their Misunderstood History, 2004, p. 20
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου